|
становиться кудрявым #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово становиться кудрявым? — σγουριάζω как с (ново)греческого переводится слово σγουριάζω? — становиться кудрявым — αρπαχτός — χρηστομάθεια — αστυφιλία — βρόντημα — επαργίλλωση — αμβλύστομος — συμπλοιοκτήτης — γούβα — αμετάπλαστος — εκσκάπτω — κεδρώνω — παραξεκοντακιάζω — παράσπονδος — επίμορτος — κοντυλένιος — μέγαρο — δενδρύλλιο — ανικτερικός — αλφαβητίζω — βιδωτήρι — τιθασσευστής |
|||