|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ψαλτάκι? — — ενεστώτας — μπαλώνω — γλωσσίτσα — μεροκαματιάρισσα — φυγόμαχος — πουαντιλλισμός — άρπασμα — φτωχοποιώ — άσφαλος — σκυρόστρωση — εργοληψία — παρεντίθεμαι — βιταμίνες — στοματίτιδα — ζευγολοτιό — αξήγητος — γουώτερ-πόλο — σύναξη — αετοφωλιά — αγριωσύνη — επαληθευτικός |
|||