|
ο стропилина (разг.) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово стропилина? — συστάτης как с (ново)греческого переводится слово συστάτης? — стропилина — χαμαλήτικος — ερεθιστός — διαγογγυσμός — πιτσιρίκος — σοβώ — διευθύνω — σίζων — κοπρόχωμα — επιχωμάτωση — καταστρατηγώ — προστάτισσα — φυτοπλαγκτόν — δάμασμα — αντίδι — αντίγραφον — δισκόφρενο — βουλνμιώδης — τράτα — νιστέρι — συγκαλά — φορολόγηση |
|||