|
το глазные капли, коллирии #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово глазные капли? — κολλύριο как на (ново)греческом будет слово коллирии? — κολλύριο как с (ново)греческого переводится слово κολλύριο? — глазные капли, коллирии — ακτινομετρία — ρόδο — λιθοβολισμός — κοινόβιο — ειρήνευση — αιματοποτίζω — στρατοκρατικός — γρύ — μεταφραστικός — ακουστική — εικονογράφηση — μητροκτησία — επικοινωνιολόγος — λεπτουργώ — ερωμανία — κακογεννάω — επίατρος — αγριομιλώ — μακροχέρης — καταδαμάζω — Σπαρτιάτισσα |
|||