|
η ихтиология #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ихтиология? — ιχθυολογία как с (ново)греческого переводится слово ιχθυολογία? — ихтиология — γνωστικεύω — μυοκτόνος — υδρογονούχος — σκολοπισμός — διανεμητικός — εκατοσταριά — ασύγκριτος — παραθερίστρια — αποκαθήλωση — αγόμωτος — κεράτινη — αμμουδιά — καρικώνω — μερισματόγραφο — εξαδάκτυλος — φλογάτος — κατακρήμνισμα — ουδέποτε — γιαλοπερίγιαλο — καπηλειό — ανήσυχος |
|||