|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово λιοτριβείο? — — τομίδιο — αβάσταχτος — ανατροφοδοτικός — καταχθονιότης — δίδω — δυναμικό — παιχνιδιάρικος — ορύσσω — ανόητος — αναπόκτητος — ευτυχής — ατοιχοκόλλητος — φυτώριο — φλέτουρας — θαμνόβιος — ενδιατριβή — ξεκουτιάρα — φαλτσάρισμα — ταμπουρώνομαι — χειροβίοτος — νατουραλισμός |
|||