|
προστ. αόρ. от απωθώ #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово άπωσον? — — σίτηση — αφήνομαι — βολεύομαι — ευτυχισμένο — γνωμοδοτικός — τηλεφωνία — δούγα — αντίθεση — μαστέλλος — συμβάλλομαι — υποκρίνομαι — οικοδίαντος — μπαΐρι — κακοσυνηθίζω — μπουλτόγκ — ζυμομυκητίαση — ατμοκινητήρας — τέρας — δυσδιήγητος — σιδερωτής — ἐπικονίασις |
|||