|
хим. пятивалентный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово пятивалентный? — πεντατομικός как с (ново)греческого переводится слово πεντατομικός? — пятивалентный — εστία — κοινόβιο — αχάραγα — σί — αυτενεργός — μπασιμπουζούκος — γαλλικά — φάδι — απολυμαντικός — άταφος — παράλιος — χελιδονόψαρο — φιλαρμονική — προσκολλώ — θεωρία — κανάτα — ενενηκοστόν — κατάρτισμός — νομισματοπώλης — ασπροκίτρινος — εκτύλιξη |
|||