Новогреческий словарь
πανοσιότητα
πανοσιότητα
(-ητος) η
святость
;
η υμετέρα ~ — (обращение) Ваше святейшество
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
святость
? —
πανοσιότητα
как с
(ново)греческого
переводится слово
πανοσιότητα
? — святость
#
(ново)греческий словарь
—
νοσταλγικά
—
διαμαρτυρόμενος
—
επουλωτικός
—
ταξιδάκι
—
ανώφελα
—
γαβάθι
—
αποπάτημα
—
βενεζουελανός
—
βερνίκωμα
—
δακτυλίδωμα
—
τελματώνω
—
καπνοβιομήχανος
—
νικοτινίζω
—
συμπληρωματικός
—
πρωτεύων
—
συγκολλητήρας
—
αναξέρασμα
—
παραστεκάμενος
—
ναρκομανής
—
μπαλάκι
—
αποπλανητής
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве