Новогреческий словарь
ωτοπλασία
ωτοπλασία
η мед.
пластическая операция уха
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
пластическая операция уха
? —
ωτοπλασία
как с
(ново)греческого
переводится слово
ωτοπλασία
? — пластическая операция уха
#
(ново)греческий словарь
—
βιβλιοφάγος
—
ελληνομαθής
—
στενοκέφαλος
—
αφίσταμαι
—
σκορπάω
—
αρνόκουρα
—
συνταντικό
—
κόνδυλος
—
ψηφιοποιούμαι
—
μπαγάσικο
—
αμφίστομος
—
άνηθος
—
κορνιζωμένος
—
ζεύγλη
—
μελωδία
—
γούλα
—
πεζούλι
—
αναμαρμαρώνω
—
ενδιαθέτως
—
άρωμα
—
πουλακίδα
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω