|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ντεϊστής? — — εξειργασμένος — άπλατος — ακαπάκωτος — μπαϊλντώ — σπορίτης — συμμύω — επιτροπεία — χοροστάσι — κουρελής — οχλώ — χειροστρόφαλος — γλυκόνομα — κατσούφιασμα — ρυτίδα — υπονομευτής — ξεδοντιάζω — σπαθώδης — δασυπώγων — κυβικό — εγρήγορση — δεινοθήριο |
|||