Новогреческий словарь
λαμπυρίδα
λαμπυρίδα
η
светляк, светлячок
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
светляк
? —
λαμπυρίδα
как на
(ново)греческом
будет слово
светлячок
? —
λαμπυρίδα
как с
(ново)греческого
переводится слово
λαμπυρίδα
? — светляк, светлячок
#
(ново)греческий словарь
—
εξηντάχρονος
—
πολυκομματισμός
—
πρεζάρω
—
μεριμνώ
—
ζουρλά
—
κωδωνοστάσιο
—
ξεκολλώ
—
αποθηλασμός
—
συνθέτης
—
εκφαίνομαι
—
πλαδαρότης
—
ακτινοσκόπηση
—
βιβλιοκλοπή
—
γουρλού
—
μισθαρνώ
—
δεκασχιδής
—
αρσενοκοίτης
—
γλυκανάβλεμμα
—
παρηχητικός
—
χιμαιρικός
—
ψυχονεύρωση
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве