|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ιστιοδρομικός? — — αψιθυμία — βιβλιοκλόπος — δισέγγονον — υπέρτατος — καφέα — ψυχοπαίδι — καταψυγμένος — αειφορία — περιφλέγω — Έρμης — μαγνιά — ατρυπάνιστος — ακηδεμόνευτος — βαρβαρικός — αγγλομαθής — ευχέλαιο — διαπεραστικότητα — κηφηναριό — κοσμοπολίτισσα — τέλεση — υδρόμυς |
|||