ορειβασία

формы словаβ
ορειβασία
η альпинизм



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово альпинизм? — ορειβασία
как с (ново)греческого переводится слово ορειβασία? — альпинизм


αυγοβολώβαμβακοσυλλεκτικόςβουρβουλωνέτοςλαμποκόπημαφασολιάανθοπωλείοαναδιαπαιδαγωγώπεταχτόςενοίκησητυφώναςνομισματοσυλλέκτηςκύαθοςτουρκοκρατίαπροαιρετικάυπερθέτωσάράκιμεσοχείμωνοάβρεκτοςπερηφάνιααρμός




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit