|
цветок #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ανθάκι? — — μισοκοιμισμένος — κρυσταλλοειδής — ινιακός — σανιδένιος — ουρμπανισμός — απόγειο — συρματόπλεκτος — παρεθύρι — περίζωσμα — γραμματοφυλακείο — σταυραδερφός — πεφυσιωμένος — χάδι — παραποιούμαι — εαυτούλης — σκορβούτο — μουσσών — καθομολογώ — δίκαιος — ηλεκτραρνητικός — αποσκιάζω |
|||