|
глядя прямо в глаза #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово глядя прямо в глаза? — κατάματα как с (ново)греческого переводится слово κατάματα? — глядя прямо в глаза — είδον — εναγκαλίζομαι — Εσπερία — σταφυλοθεραπείο — ελαχιστότης — συμφέρων — αριοφρύδης — φιλοπρωτία — γυμνίστρια — μισοκαλόκαιρο — δερματολογία — συναγωνίστρια — ζηλιάρικος — επικυρίαρχος — αταβάνωτος — οξειδωτός — μόσχος — λεύχειμο — ευκτός — συνεσταλμένα — αυτοτιμωριέμαι |
|||