|
неизбежный #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово неизбежный? — αξέφευγος как с (ново)греческого переводится слово αξέφευγος? — неизбежный — πρωτοβλέπω — συγκεντρώνομαι — καταθλίβω — νεφρίδιο — επιτέλεσις — οιστρηλασία — υπόφραγμα — μπογιατίζω — ερευγμός — σφίχτης — αντσα — αυτοπροσώπως — γονιά — οντολογιστής — καπνοθάλαμος — γλωσσολογώ — μαστροχαλαστής — υποστίζω — αρχοντικο — εξήνεγκον — μαχαιρώνω |
|||