|
το астр. афелий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово афелий? — αφήλιο как с (ново)греческого переводится слово αφήλιο? — афелий — ακούραστος — ψαίλνω — προβλήτα — κεφαλόδεσμος — μυριοστόλιστος — στρεμμοτικός — μαγευτής — γεωπονική — διπλωματία — αφιλομαθής — εβενουργική — βαρδαβέλα — Θεσσαλός — χολοκυστεκτομή — γεωργός — συνάλληλος — γιγανταιώρημα — διαδοχικότητα — χωρομετρία — πλειοψηφώ — δέστρα |
|||