Новогреческий словарь
μινίστρος
μινίστρ|ος
ο уст.
министр
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
министр
? —
μινίστρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
μινίστρος
? — министр
#
(ново)греческий словарь
—
τρελός
—
κρημνίζω
—
στομαλίμνη
—
βέλο
—
βλίτο
—
χαρτόδεση
—
καλούτσικος
—
τσιμπέρι
—
σπρωξίδι
—
τριακοσιοστός
—
υπεύθυνος
—
φεγγαριάζομαι
—
διαχειριστικός
—
υφαντουργείο
—
ανδρίζω
—
βουτσέλι
—
επιψήφιση
—
πυελίτιδα
—
εξαγωγεύς
—
απέμφραξη
—
τρυπώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве