Новогреческий словарь
μπεμόλ
μπεμόλ
το муз.
бемоль
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
бемоль
? —
μπεμόλ
как с
(ново)греческого
переводится слово
μπεμόλ
? — бемоль
#
(ново)греческий словарь
—
ανευλόγητος
—
ανησυχητικός
—
ιδεοκρατικός
—
οδοιπόρος
—
ασυνταίριαστος
—
έκπτωτος
—
απροκατάληπτος
—
λερός
—
αντικαθίσταμαι
—
βράχνα
—
κουμπές
—
θεοκρατικός
—
ναυσιπλοΐα
—
γουνοφόρος
—
αβρόφρων
—
ευφόρητος
—
αμπελάς
—
συναλλάζω
—
δικαστικά
—
λαμπρεύω
—
αυτενεργώ
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве