|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υποξείδιο? — — νηπιοκομικός — δασύνω — αετίσιος — συμμαχητής — πτυχή — λειαίνω — διανεύω — μπριζόλα — λεμονόχορτο — ξεψύχισμα — εξανθηματώδης — σωληνωτός — διανάπαυση — ανύπαντρος — ερμητικότητα — ορθογραφικός — σπιρουνιάζω — κολόνα — οδηγητικός — ακριβογυιός — οραματιστής |
|||