|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κούρδισμα? — — αγουρόλαδο — κακοπέραση — επαρχιακός — χειλαράς — αποπαίδι — πρακτικός — ραφτικά — σαλέπι — δεκαεξαετία — πάτρωνα — ζωοκομία — περιορίζω — μασητηριος — εμμέλεια — οδομετρικός — μπαϊραχτάρης — αναλειώνω — επισημειώνω — επικούρειος — ειλικρινώς — βουλκανιζατέρ |
|||