|
το анат. лёгкие #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово лёгкие? — πλεμόνι как с (ново)греческого переводится слово πλεμόνι? — лёгкие — μονόγλωσσος — υπεράνω — σακάτης — τσογλανάκι — λατινιστής — μεγαλοϊδεάτικος — γκέττο — επιπλάσσω — αιχμαλώτιση — πλαισιώνω — κοντοχωριανή — παλαιογραφία — θέτω — εγκαθήλωση — παραμάνα — τιμονιά — βρυγμός — επικράτηση — δοντάγρα — ευσπλαχνίζομαι — γραικός |
|||