|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово ωριοφούντωτος? — — αυταπαρνησία — μαγνητοφωνώ — ακαμψία — Ακρίτας — πομπεύω — ερανίζομαι — νοσσίδα — γνωμοδότηση — φοινικόδεντρο — ανεμοδέρνομαι — πεταλούδισμα — οφιοειδής — φαρόπλοιο — ιεροσύλημα — λυκότρυπα — αρκουδόμουτρο — Θεσσαλονικιός — κοφτά — κοροϊδευτικός — τρισυπόστατος — επά |
|||