|
проклинающий #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово проклинающий? — αρατικός как с (ново)греческого переводится слово αρατικός? — проклинающий — παραγιομίζω — σαρακοφαγωμένος — στυφά — φαραωνικός — πρωτόγαλα — τριάρμπουρος — προχειρογραμμένος — σκυλοπνίχτης — φλυκταινώδης — παραφροσύνη — θεουργός — αρτηριοσκληρωτικός — φούσκος — ποικιλόθερμα — ξεταπώνω — αδικοσκοτωμένος — συνοριοφύλακας — θολοειδής — ανταίτησις — αβλόγητος — λογάω |
|||