|
родившийся вторым (о ребёнке) #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово родившийся вторым? — δευτερότοκος как с (ново)греческого переводится слово δευτερότοκος? — родившийся вторым — αντιρρησίας — περίεργος — νομή — Αγαθόβουλος — παιχνιδότοπος — ψυχοτρώγω — τέμενος — ψαλτός — γκλόμπς — ατίθασσος — καλοφτιασμένος — κωλο- — συμπίνω — εφτάγερος — συνυπόσχομαι — κατοικήσιμος — μπουκαλάκι — βιοποριστικός — κενοδοξία — απροβίβαστος — ανεπαχθής |
|||