|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово επανειλημμένως? — — ξαγορευτής — αβαθμολόγητος — ανιπτος — θερμομέτρημα — γραφιδοθήκη — φιλοσοφικότης — στρατολογία — παραπλάνηση — κάνε — ξεθώριασμα — νεροφείδα — αγουρίδα — μονοθάλαμος — εσπερίδα — ξύλημα — πόντος — σκάμνα — πρισματοειδής — ταράσσομαι — εξαμβλωτικός — γυαλόχαρτο |
|||