|
ο хранитель музея античных древностей #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово хранитель музея античных древностей? — αρχαιοφύλακας как с (ново)греческого переводится слово αρχαιοφύλακας? — хранитель музея античных древностей — άρριπτος — οξικός — αλεύρωμα — μίκρεμα — ψιμυθίωση — περίθλαση — αμπελόβιος — σπασμωδικά — άκρια — κουτσοδόντισσα — σαπροφυτικός — πλευρικός — αντιμαρτυρία — ατελιέ — αρχιφυλακείο — αφαλάτωση — ατμοστρόβιλος — ποιμνιοστάσιο — σκόντο — κουράδω — πόλισμαν |
|||