|
до; ~ ώρας или ~ τούδε — до сих пор, до сего времени; ~ ότου — пока, до тех пор пока #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово до? — άχρι как с (ново)греческого переводится слово άχρι? — до — Κρητικοπούλα — πλακάκι — αφαρπάζομαι — ανάφεγγος — χειλεόφωνα — συνδιαιτωμαι — σανίδα — αοκνία — λιχούδης — ψευδαισθητικός — σκορπιός — διπλότυπο — λιζάρι — επιχωρίως — ριτσινόλαδο — στραγαλατζίδικο — τέλειωμα — άλλοτε — πλοίο — βαθυκόκκινος — αρχοντόξυλο |
|||