λαυρίτης

формы словаβ
λαυρίτης
ο монах



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово монах? — λαυρίτης
как с (ново)греческого переводится слово λαυρίτης? — монах


ξεδιαντροπιάεπιτροπεύωνπροάγωσουβλομύτηςφιλοτελικόςλαοπρόβλητοςόψηκοσμοπλάστηςαλευροσάκκιφωτοπαγίδακαλορρίζικαιαχήακτινοσκοπικόςφασματοσκοπικόςσκανιάζωδιαπρύσιοςφερέγγυοςτρελοκατάστασησπαλέττααεριοποιούμαιΙούλιος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit