|
ο гвоздь; костыль; ~γυρωτικός — заклёпка; === ~ υστερικός — острая боль #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово гвоздь? — ήλος как на (ново)греческом будет слово костыль? — ήλος как с (ново)греческого переводится слово ήλος? — гвоздь, костыль — φαντασιακός — καρακασίδης — σμίγω — αυλόδουλος — κρεμώδης — αποθεώνω — διδακτικός — κοιμητήριο — κετόνες — ρυμουλκούμαι — ψεύδισμα — οβολός — γουρμάζω — καλυτέρευμα — ετερότονος — απομιμητικός — χεράκι — πολυζωία — εικονιστικός — αντεξέταση — αναλογούν |
|||