κατείδον

формы словаβ
κατείδον
αόρ. от καθορώ



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово κατείδον? —


ευνομούμενοςδυσκοινώνητοςαποδιωγμόςπολυθέλωμεταπουλώαχυροστέγηπροπηλάκισμόςμιαντόςεπισκίασηπρόσχαροςκακοθανατιάανθοστολισμένοςζωοποιόςπέρδικαεργάσιμοςδισκάρι(ον)ανθύλλιονμπαλαμούτιεντράταοικισμόςστύλ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit