|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово αθηναίικος? — — σιδηρέλασμα — μετοφορά — βαμβακόπιτα — πταρνίζομαι — ελεήμων — σφριγώ — σκάω — αναγεννώ — αξία — τσουκαλιά — γλυκοτρέμω — στηθαίο — δεφτέρι — αχνοβολή — τοιχοδομία — μαγυαρικός — οργανοποιείο — πούλημα — εικοσιένα — στολιδώδης — ξεκοριάζω |
|||