|
ο мед. колика #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово колика? — κολικόπονος как с (ново)греческого переводится слово κολικόπονος? — колика — αναφλογέας — ευθύβολος — λεαίνω — εξανθηματικός — ασύλλεκτος — απάδω — μασσάζ — ακατάκτητος — βολτ — παράτυφος — σύντηξη — φερτίκια — λαμνοκόπι — καρφίτσωμα — αγκαλώ — αζευγάρωτος — αποσχηματισμός — αρμεχτής — καταπρόσωπο — πολλαπλασιασμός — ραιβός |
|||