|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово κυλινδροπίστονο? — — αλειμματάς — αρμενιάζω — ψηλομέτωπος — βόρεια — χρυσωτής — σαμπρέλα — αλκοολομέτρηση — υποβίβασμός — καρούλα — ακύμαντος — υδροδυναμικός — επιθυμητικό — πρότακτος — καμπήσιος — φουσκότσιχλα — εφιδρώνω — αγλωσσοφάγωτος — κοντόμερος — ηλεκτροθετικός — σταθμοδείκτης — ξαντεριάζω |
|||