|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово καλτσοποιία? — — συγκαταλέγω — βαμβακοφυτείο — κβάντουμ — χαρχάλα — μαθητάκος — αχερόσκοινο — υπολήπτομαι — έντεχνος — καμπουρωτός — ταχύ — βεζικατόριο — ακρασία — ντούγα — γερμανομανής — φλεβίζω — χνούς — υπόδουλος — εικαστικός — διατοιχώ — λιπαντικό — ευπρόσωπος |
|||