ξελάφρωμα

формы словаβ
ξελάφρωμα



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово ξελάφρωμα? —


ηλεκτροσυγκόλλησηξεσκίζωμικροβιομηχανίακώπηκουτσογράμματαξεραμένοςρεγουλάρισμαφώναξηαλχημείααεροστεγώςακινητοποίητοςδιβάνιαδιάνθιστοςαδελφομίκτιςλικβινταριστήςβάλσαμοαναπλάσσωψεκτόςπαγανισμόςανεπιτρόπευτοςπαραγερνώ




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit