|
геол. покрываться складками #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово покрываться складками? — στολιδούμαι как с (ново)греческого переводится слово στολιδούμαι? — покрываться складками — κυριολεξία — μονόπτωτος — στραγαλιάνος — στηθούρι — παπικός — αποστηθίζω — εύχαρις — αγορανομία — νοσφίζομαι — ημιαναισθησία — αυτοϋποβάλλομαι — ακόμα — βατροχοειδή — κραταιός — αμφιταλαντεύομαι — κουλτούρα — ιαμβοποιός — αγώγιμος — διορθώτρια — κωλοβάρεμα — βλαχοχώρι |
|||