|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово υπερήλικος? — — δυσκολογιάτρευτος — κινίνη — χασοφεγγαριά — αργυρολογώ — φωτοβολία — στρατοπεδάρχης — αρτοβιομηχανία — ανιχνεύσιμος — λυγώ — εκτυπώνω — ού — καραβόσχοινον — βωλοδέρνω — ατρύπητος — ισόπλευρος — ψυχοσωτήριος — διασκόρπιση — αεριστήρας — στέλνω — αδυσκόλευτος — τσούζω |
|||