|
#(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово εξαρτησιογόνος? — — στρατιωτίνα — σφαιρίνη — ραϊσματιά — ενόπλως — αφορώ — αποσύνδεση — παντέρημος — μεταξόσπορος — αφλογισιά — νοικάτορας — ορθοστάτης — αζόρευτος — τρυπώ — οδοντοπάθεια — υπήνεμος — ασφυχτικός — αναφωνώ — προκάλυψη — ανιχνευτικός — θεόδμητος — σακάτεμα |
|||