|
уст. ночью #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово ночью? — νύκτωρ как с (ново)греческого переводится слово νύκτωρ? — ночью — αποβάλλω — κληροδότης — καρχηδονιακός — παιδικότητα — χλωριασμός — κλεψιά — πρασινογάλαζος — αναφέρομαι — αζάπης — ανεντρόπιαστος — ορίζουσα — πλευροκόπηση — υποκρισία — στερεογραφόμετρο — βροχόπιασμα — δρυοκόπος — ακαταλάγιαστος — σκάφη — άχριστο — μαγειρικός — θερμότητα |
|||