παγκοσμίως

формы словаβ
παγκοσμίως



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово παγκοσμίως? —


δολλάριοάπτυστοςινώδεςσίφωναντικατοπτρικόςεσχαρώνωκομπώνομαικοκαλένιοςαναγοριάλυκόπορδοναπολυμαντήριοφαγωμόςασπρόχωμαδιακόρευσηαδιαιρετότηταλιθιάνησίεμπλακείςκεντρισμόςεκκλησάρηςαποθεώνομαι




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit