|
(-ινος) испускающий золотые лучи #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово испускающий золотые лучи? — χρόσακτις как с (ново)греческого переводится слово χρόσακτις? — испускающий золотые лучи — συντόμευση — ανθοβόλημα — αγνάντι — στάλα — νομικός — τσικνουδόσουπα — πλακουτσωτός — εξαεριούμαι — ανεμόκουνι — εξαόροφος — καρπεύω — φτηνιάρικος — θανατηφόρα — μπακαλόπουλο — νταβανώνω — αβάσταχτος — νεογνολόγος — αδελφικοασπάζομαι — ποντιακός — κουκουλλάρικος — ξεροκόκκαλο |
|||