|
затенять #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово затенять? — ισκιώνω как с (ново)греческого переводится слово ισκιώνω? — затенять — θύννος — προκρίνω — μαργιόλικος — μουχρώνω — μεγάλαυχος — παραψήνω — διήκω — φασκιώνω — αυτοπρογραμματικός — δικανικός — νεοελληνικά — ημερομίσθιο — ελάχιστος — απόβλητος — λεβεντονιά — εισποιούμαι — παραπλεύρως — πηκτός — φτύκα — ονειδισμός — κόμμι |
|||