επήχθην

формы словаβ
επήχθην
παθ. αόρ. от πηγνύω



#(ново)греческий словарь



как с (ново)греческого переводится слово επήχθην? —


φιόγκοςμικρουλάκιβαγιουλεύωαεραγωγόςδιχάλαεπισφράγισηαραχίδαδύτηςβουστίναεύκαρποςαλληλενέργειαφράξοςλούλαβιολοντσέλλοαριστούργημακατουράωσκιτσογράφοςδιηγούμαιμιμητικότηταεκχλόωσηδαυκί




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit