Новогреческий словарь
νοδάρος
νοδάρ|ος
ο
нотариус
внешние ссылки
озвучка
|
ru.wiktionary
|
el.wiktionary
|
en.wiktionary
|
greek-language.gr
|
как на
(ново)греческом
будет слово
нотариус
? —
νοδάρος
как с
(ново)греческого
переводится слово
νοδάρος
? — нотариус
#
(ново)греческий словарь
—
ατενίζω
—
χρεολύσιο
—
άρια
—
καρρέ
—
κανονισμός
—
επιδικάζω
—
διαστομωτήριον
—
απριόρι
—
αψίδα
—
οιστρήλατος
—
οπλαποθήκη
—
ελμινθώδης
—
μέλισσα
—
φραχτό
—
αριθμοδείκτης
—
γαλακτοποτώ
—
νεογνολόγος
—
πλακοστρωμένος
—
ξυλολατρία
—
ξιφοφόρος
—
γεροντοπαλίκαρο
Α
Β
Γ
Δ
Ε
Ζ
Η
Θ
Ι
Κ
Λ
Μ
Ν
Ξ
Ο
Π
Ρ
Σ
Τ
Υ
Φ
Χ
Ψ
Ω
переводы с персидского языка
,
литовский словарь
,
шведско-русский словарь
,
сборка мебели
в Москве