|
по инстанции #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово по инстанции? — ιεραρχικώς как с (ново)греческого переводится слово ιεραρχικώς? — по инстанции — αχτύπητος — σπείρα — λιανοτράγούδο — αφκιασίδωτος — αυτοθετικός — εμπλουτιστικός — σκαλοκέφαλο — ναρκοσυλλέκτις — κάστρο — επίπωμα — ευφόρητος — άκλητος — σινολόγος — καυχησιολόγος — μαντεμένιος — μελισσοτροφικός — αρμπιρόζα — καρδιαγγειακός — αυτόβουλος — κοροϊδίστικος — μυλόδους |
|||