|
αιτιατ. от η и αυτή #(ново)греческий словарь как с (ново)греческого переводится слово τήν? — — ζαμπέτι — σύν — ευκατονόητος — γογγύζω — δερβένι — κτηνοβασία — ουρόλιθος — χιλιαναθεματισμένος — σύμφυση — γλιτζιάζω — αποσπόρι — περίεργος — στιβαρός — αλευροποιείον — ρινόμακτρο — ζαχαρολέμονο — ξυλοφάγος — ταχύνω — ρινολαλία — ψάλλω — αριδιάζω |
|||