ολλαντέζικ|ος

формы словаβ
ολλαντέζικ|ος
голландский



#(ново)греческий словарь



как на (ново)греческом будет слово голландский? — ολλαντέζικος
как с (ново)греческого переводится слово ολλαντέζικος? — голландский


ενσωμάτωσηφελώμεταλαμπαδεύωκέϊκγύναικόσόϊυπερετάωαναπετάωορυμαγδόςθεωρητήςαντίκλητοςγάβανοαποπνικτικόςπερνοδιαβαίνωαρχειοθέτησημούργοςγαμιαίοςδυναμογράφοςαμορτισσέρχαυνωτικόςδιαλογιστικόςξασπρισμένος




        греческий словарь 2009-2016 © Разработка и поддержка сайта - LingvoKit