|
το страховой полис #(ново)греческий словарь как на (ново)греческом будет слово страховой полис? — ασφαλισττίριο как с (ново)греческого переводится слово ασφαλισττίριο? — страховой полис — μικροκεφαλία — ποδηγέτης — μιλτοβαφώ — γαλβανιστής — νοτισμός — αντικατόπτρισμα — υαλόπαγος — αποδείχνομαι — ακόσσιστος — μεταμφιέζω — αστείος — αδραχτιάζω — στούμπισμα — ούλο — σώος — καλοθάλασσος — πεπεισμένος — αδρομος — παράπηγμα — χοντροκόκκαλος — αναφούφουλος |
|||